Σκυφτή καθρεφτιζόταν στην Κασταλία πηγή.
Έψαχνε την ακτινοβολία του Απόλλωνα,
ένα χρησμό του Σύμπαντος να της δοθεί.
Το χτενάκι των μαλλιών
ναυάγησε μες των δακρύων την πηγή.
Ψιθύριζε με πόνο η ψυχή :
—"Αν ο Έρωτας είχε ονοματεπώνυμο θα είχε το δικό του"
Τότε εμφανίσθηκε αοιδός,
αγγελιοφόρος της ποίησης και του φωτός.
Της έδωσε το χτένι τής καρδιάς και δόθηκε χρησμός :
—Ο απόλυτος Έρωτας δεν ναυαγεί,
τον κυοφορείς, ρέει μέσα σου.
Είναι η ίδια η ζωή!
Πάντα ονειρευόμουν μια μούσα ιδανική
να την ποτίζω αγάπη για να ανθίζει
και ποτέ να μην την ξεχνώ.
Σε κήπους μαγικούς να μπαίνουμε
γιατί η μούσα είναι παιδί.
Να την αγαπώ απέραντα και τίποτα να μην ζητώ
αφού ψυχή μου είναι και τον πόνο διώχνει.
Την ακολούθησα
τα μάτια έκλεισα
ακολουθώντας το όνειρο.
Πόθου ατέλειωτου.
Πρωτόγνωρης κι απέραντης αγάπης.
Η πιο όμορφη αγάπη του κόσμου δεν αξίζει περισσότερο
από το φτερούγισμα των βλεφάρων σου.
Με πλανεύεις θάλασσα μου,
με τις ρίγες των κυμάτων σου.
Εντός του δωματίου υπάρχω.
Στα ουράνια παράθυρα περνώ τις ώρες μου,
θωρώντας πλήθος άστρα στο βελούδο θόλο.
Ονειροφαντασίες συντηρεί το υποσυνείδητο
και ορμές που ανασκαλεύει.
Το βλέμμα της έστρεψε στον ουρανό.
Οι χτύποι τής καρδιάς συγκίνησαν τα πεφταστέρια
που τη συντρόφευαν
και έγνεθαν από ψηλά πέπλο από μετάξι φωτεινό.
Ένα συμπόσιο του Έρωτα που έσμιξε γη με ουρανό.
© ΦΩΤΕΙΝΉ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ — ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΕΡΔΙΚΆΡΗΣ
Δημοσίευση σχολίου