ΜΈΤΟΙΚΟΣ
Γυρίζω,
σε ένα ερημωμένο τόπο
Λησμονημένος ψάχνω τα ίχνη μου στην άμμο
Μια καταιγίδα ο χρόνος όλα τα σκεπάζει,
σαν περάσει τίποτα δεν είναι όπως πριν
Καιροί ζυγώνουν ξένε μου
Καιροί μακραίνουν,
εποχές σαν άνεμοι ξεντύνουν θύμησες
Ποιος να μιλήσει τώρα
και για κάθε μετανάστη να μας ιστορήσει
κάποιοι ψίθυροι που υπήρχαν χάθηκαν κι αυτοί
Ξεκίνησα από ένα τόπο όπου ζύμωναν ψωμί
κι ὁ φούρνος μύριζε,
τα ρούχα πλένονταν στο πλυσταριό
Με συνόδευε μια συμβουλή της μάνας
πως η λύπη ίσως έρθει όχι στα χειρότερα
αλλά όταν η καλοτυχία τάζει μια καλύτερη ζωή.
Είναι η πατρίδα μου άραγε;
Το βήμα χάνεται, και δεν γνωρίζω τίποτα και κανένα.
Τι γυρεύω στον απόμακρο αυτό σταθμό;
Δεν απέμεινε κανείς στην πέτρινη καρδιά αυτής της πολιτείας
Μιας πολιτείας με τα άσπρα τα άδεια σπίτια που περπάτησα
Χάρτινος και σκοτεινός ο δρόμος
περιμένει τη βροχή να σβήσει την οργή του
©Αντώνης Περδικάρης-Ποίηση
Εγγραφείτε στο κανάλι YouTube του ποιητή για περισσότερα βίντεο:
https://www.youtube.com/channel/UCU43NlvjkcsmTSsUbNbVoYg
Ανακαλύψτε τον ποιητή στα social media
👉 Blog https://onirokataskevastis.blogspot.com
👉 Facebook page https://www.facebook.com/antonisperdikarhs/
👉 Ομάδα facebook https://www.facebook.com/groups/807921012645497
ΜΈΤΟΙΚΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΓυρίζω,
σε ένα ερημωμένο τόπο
Λησμονημένος ψάχνω τα ίχνη μου στην άμμο
Μια καταιγίδα ο χρόνος όλα τα σκεπάζει,
σαν περάσει τίποτα δεν είναι όπως πριν
Καιροί ζυγώνουν ξένε μου
Καιροί μακραίνουν,
εποχές σαν άνεμοι ξεντύνουν θύμησες
Ποιος να μιλήσει τώρα
και για κάθε μετανάστη να μας ιστορήσει
κάποιοι ψίθυροι που υπήρχαν χάθηκαν κι αυτοί
Ξεκίνησα από ένα τόπο όπου ζύμωναν ψωμί
κι ὁ φούρνος μύριζε,
τα ρούχα πλένονταν στο πλυσταριό
Με συνόδευε μια συμβουλή της μάνας
πως η λύπη ίσως έρθει όχι στα χειρότερα
αλλά όταν η καλοτυχία τάζει μια καλύτερη ζωή.
Είναι η πατρίδα μου άραγε;
Το βήμα χάνεται, και δεν γνωρίζω τίποτα και κανένα.
Τι γυρεύω στον απόμακρο αυτό σταθμό;
Δεν απέμεινε κανείς στην πέτρινη καρδιά αυτής της πολιτείας
Μιας πολιτείας με τα άσπρα τα άδεια σπίτια που περπάτησα
Χάρτινος και σκοτεινός ο δρόμος
περιμένει τη βροχή να σβήσει την οργή του
©Αντώνης Περδικάρης-Ποίηση